Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Με την αριστερά των γραμμάτων και των τεχνών.


 Τεύχος της θρυλικής περιοδικής έκδοσης για τον πολιτισμό ¨Επιθεώρηση Τέχνης¨, με συντελεστές πνευματικούς ανθρώπους και δημοσιογράφους της Αριστεράς, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του '50 -'60.



 Ας μιλήσουμε λίγο για κουλτούρα. Για τα καθ'ημάς καλύτερα.Συντρόφισσες/οι μία από τις αξίες της αριστεράς, σ' όλες τις αποχρώσεις και τις αυτοαναφορές της, όπως μαθαίναμε μπαίνοντας στα φοιτητικά αμφιθέατρα, έχοντας ωραίες αναφορές από κάποιον κομμουνιστή καθηγητή μας ή συγγενή, με προοδευτική σκέψη, επαναστατική αντίληψη και με ανοικτούς ορίζοντες, αλλά και από τον οικογενειακό περίγυρο, ήταν η σύνδεσή της με την τέχνη, την κουλτούρα και τα γράμματα. Κυρίως μ' αυτήν που λέει για τον άνθρωπο και δείχνει την πίστη της στον ίδιο και τις απελευθερωτικές δυνατότητες που έχει πάνω του. Όμως, μπορεί κάποιοι να το διαβάζεται και να λέτε από μέσα ή απ' έξω σας, τώρα τι λέει αυτός. Για να εξηγηθώ ότι το υπάρχον σχήμα "της αριστεράς των γραμμάτων και των τεχνών" αποδεικνύεται αυταπόδεικτα ότι είναι ένας μύθος και μια παραφιλολογία, τις περισσότερες φορές. 

 Όμως, για να μην ισοπεδώνω τα πάντα και να αποδομήσω "άνευ λόγου και αιτίας" τις δυνατότητες που υπάρχουν και θα βρίσκονται πάντοτε στον αέρα της κοινωνικής χειραφέτησης, το ζητούμενο είναι πως τις εκλαμβάνουμε, τι δουλειά κάνουμε και με τι εργαλεία πολιτικοποιούμε συνειδήσεις και άτομα, ότι η τέχνη έβρισκε στήριγμα εντός και εκτός χώρας πάνω στην δυναμική της ταξικής πάλης ή σε μια ριζοσπαστική αντίληψη και οπτική του εκάστοτε καλλιτέχνη για τον κόσμο, την ζωή και τους ανθρώπους, που μπορεί να μην έχει σύνδεση καμία με το επαναστατικό κίνημα, όπως π.χ. ο Κουροσάβα με τις ταινίες του και το ο Οζού με το tokyo story, κατά την μεγάλη διάρκεια του 20ου αιώνα. Όμως, άπαξ και σημαίνει ότι είσαι μεγάλος καλλιτέχνης δεν είσαι, αυταπόδεικτα και αριστερός ή επαναστάτης, γιατί έχει ακουστεί και αυτή η άποψη, π.χ., πάλι από τον χώρο του σινεμά, ο Μπέργκμαν δεν ήταν αριστερός έκανε, όμως, την "Περσόνα", για να την κάνει πάντως βασίστηκε πάνω στις ριζοσπαστικές και σύγχρονες θεωρήσεις για την ψυχανάλυση. Για την τελευταία ο φίλος ο Π. μου την κηρύττει ως Λακανικιά. 
 Αλλά, ας πάμε στο σήμερα, και ας δούμε γιατί η αριστερά  χωλαίνει να ψηλαφίσει, με την κρίση που περνάνε σήμερα όλα της τα ιδεολογικά ρεύματα, και να παράξει ένα σύγχρονο εναλλακτικό πολιτισμικά πρόταγμα και σχέδιο ή αλλιώς αντιπρόταγμα, που να ανταποκρίνεται πάνω στις συλλογικές ανάγκες και επιθυμίες, αλλά, και σ' αυτές του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Ερώτημα καίριο και καθοριστικό που ανάγεται μαζί και στο ότι η ίδια φοβάται, με επαναστατικές ρήξεις και με συμβολικά, πολιτικής ουσίας, γεγονότα, να θέσει όρους, να ανασυγκροτήσει το εργατικό κίνημα και να διαμορφώσει τον επαναστατικό φορέα πολιτικής που θα οξύνουν τον ταξικό ανταγωνισμό πάνω στους δύο διακριτούς πόλους που είναι πλασμένη η αστική κοινωνία αλλά, κυριότερα, να φέρει εις πέρας τον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Αυτό είναι κρίσιμο αιτούμενο για τα αντικαπιταλιστικά κομμάτια της αριστεράς. Αλλά και να προσπαθήσει μέσω και της τέχνης, της πολιτισμική κουλτούρας και των προϊόντων της να δημιουργήσει τον νέο ριζοσπάστη/στρια άνθρωπο.

 Πρέπει πρώτα απ' όλα να έρθει η αριστερά σε επαφή, σε σύνδεση και αλληλοδιαπλοκή με τα σύγχρονα ρεύματα πνευματικής δημιουργία, με τις διαδραστικές και αμφίδρομες μορφές αναπαραστατικής τέχνης, με τα ερευνητικά και επιστημονικά πεδία της και με τους αντιθεσμούς καλλιτεχνικής δημιουργίας, σύλληψης και παραγωγής πολιτισμικών αγαθών. Γιατί έχει χάσει το ζωτικό πεδίο να έρθει σε επαφή με σύγχρονους δημιουργούς, ταλαντούχους και επιστημονικά καταρτισμένους, με ταλέντο και με σημαντική δουλειά, που, γενικά, τους προβάλουν κυρίαρχοι δημόσιοι και ιδιωτικοί μεγάλοι θεσμοί και ιδρύματα (όπως η στέγη γραμμάτων και τεχνών). Πρέπει να αναβαθμίσει τα κοινά χαρακτηριστικά θετικής πολιτιστικής κουλτούρας, όπως την αυθεντικότητα του παραδοσιακού, λαικού-ρεμπέτικου τραγουδιού του τόπου και την μορφή του λαικού γλεντιού, την θεατρική τέχνη της commedia del arte, του Μπρεχτ και του Μπέκετ, το πολιτικό τραγούδι, τις μπουάτ, τα φεστιβάλ αριστερών δυνάμεων με επαφή με την μαζική συμμετοχή του κόσμου της εργασίας, την μελοποιημένη ποίηση του καλού καιρού του έντεχνου, αλλά και το έργο του τιτανομέγιστου Θανάση Παπακωνσταντίνου, τις κλασικές μορφές τέχνης (κλασική μουσική, όπερα κ.άλλα), τις πολλές, όχι, όμως, οι περισσότερες, αισθητικά και πολιτικά, τέλειες αφίσες, την κλασική λογοτεχνία και την αρχαία τραγωδία, τις γενιές αριστερών σινεφίλ ανθρώπων και εγχώριων κινηματογραφιστών, την ριζοσπαστική τέχνη του δρόμου (λαϊκό τραγούδι), μουσικά και αισθητικά, την γλυπτική και χαρακτική μεγάλων λαϊκών δημιουργών και με τα περιοδικά έντυπα μάχιμης παρέμβασης απέναντι στο υπάρχον κοινωνικό τοπίο. Όλα αυτά σε στοίχιση και διαλεκτική διασύνδεση σαν μορφή ταινίας των δύο πρώτων περιόδων, αλλά και στο υπόλοιπο έργο του, του Γκοντάρ, με την αφαιρετικότητα και τον μοντερνισμό, που, όμως, όσο και αν αποκρύπτεται, βασίζονται αυτά τα δυο στοιχεία σε σοβαρό οργανοσχέδιο στις δημιουργίες του.  
 Είναι ανάγκη να χάσει από πάνω της τα αρνητικά χαρακτηριστικά στοιχεία της αριστερά της χασαποταβέρνας, του έντεχνο-ροκ αλλά και αυτής που σιχαίνεται ο,τι ανάγεται στο έντεχνο, των νέων αριστερών που αγαπούν την κουλτούρα του δρόμου και υποβαθμίζουν ως αστικοποιημένες τις κλασικές τέχνες και τα δημιουργήματα μεγάλης αισθητικής και υψηλής  αξίας -όπως κάποια έτσι χαρακτηρίζονται από μια μικροαστική αντίληψη-, της ρεμπετικομανίας, της ξύλινης γλώσσας, του στείρου και άνευρου, υποτυπωδώς, σοσιαλιστικού ρεαλισμού, των τετριμμένων προβολών, παρουσιάσεων και συζητήσεων, με έλλειψη φαντασίας, νεύρου, τεχνογνωσίας και καινοτομίας πάνω σε μη ριζοσπαστική οπτική, τις γνωστές και παρωχημένες μορφές αριστερής καλλιτεχνικής παρέμβασης χωρίς να δίνουν κάποιο στίγμα και ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Ακόμη, είναι δυνατό να ξεκόψει με αντιλήψεις μιας αριστερά του ¨Κολωνακίου¨, των μικροαστικών στρωμάτων της που ανάγουν μόνο ως τέχνη τις παραστάσεις και τα δρώμενα του φεστιβάλ Αθηνών και τους φαίνονται αποκρουστικά τα στοιχεία λαικού πολιτισμού, της αριστεράς που δεν έρχεται σε επαφή μ' άλλα ρεύματα ριζοσπαστικής δημιουργίας γιατί είναι μεταμοντέρνα ή αδιανόητα να τα συλλάβει η εργατική τάξη, της αριστεράς που πιστεύει, γενικά και αόριστα, στην παιδεία, στην μόρφωση, στην γνώση, στην επιστήμη και στα καλά επιστημονικά και μορφωτικά εφόδια, μη παραβλέποντας ότι δεν είναι ουδέτερα πεδία σύλληψης και αντίληψης και ότι εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα και επιδιώξεις δημιουργίας πειθήνιων, ευέλικτων και εξατομικευμένων νέων επιστημόνων για τις ανάγκες του κεφαλαίου. Αλλά και να ξεφύγει από κατεστημένες αντιλήψεις στο σώμα της και στον πυρήνα της "του άντε να ακούσουμε και κάνα σκυλάδικο στο πάρτι του σχήματος", να ανάγει ολόκληρα είδη ευτελή και ύποπτα, με άδικη γνώμη, ως προς τους σκοπούς τους και να μην επιδιώκει να δει σε ευτελή, ή τάχα ευτελή, είδη έργα που αξίζουν και διέπονται από ταλέντο, αυθεντικότητα και καθαρή καλλιτεχνική δημιουργία αλλά και της αντίληψης που λέει ¨ότι ο Χατζιδάκις ή ο Τσαρούχης ήταν μεγάλοι καλλιτέχνες αλλά δεν πρέπει να τους εκτιμάς επειδή ήταν δεξιοί και μικροαστοί πολιτικά (που δεν ήταν κιόλας)".

 Αν δεν απομακρυνθεί ο κόσμος της, που ανήκει σ' αυτήν, από τις παθογένειες στην σκέψη και στην δράση πάνω στον πολιτισμό και στην κουλτούρα, όπως και στην πολιτική αντίληψη αλλά και στην τακτική-στρατηγική της, τότε θα ενισχύονται, όπως σήμερα αλλά και πάντοτε, τα εκφυλιστικά μικροαστικά φαινόμενα σεξισμού, ομοφοβίας, μικροπολιτικής και γραφειοκρατίας. Αυτά σύντροφοι δεν θα πρέπει να χρεώνονται μόνο στην αποδυναμωμένη ταξική πάλη και στο αμήχανο εργατικό κίνημα, στην κυριαρχία του σύγχρονου καπιταλισμού με τους ιδεολογικούς του μηχανισμούς και πάνω στην διαμόρφωση του τρόπου σκέψης του σύγχρονου υποκειμένου, αλλά και στην μη σωστή και αποδυναμωμένη χρησιμοποίηση των παραδοσιακών εργαλείων στρατηγικής, την μη αναβάθμισή τους με νέες μορφές πολιτικής αντίληψης,την αναπροσαρμογή αυτών που σήμερα δεν χρειάζονται, διότι έχουν δοκιμαστεί στο τώρα χωρίς αποτέλεσμα, αλλά και την δημιουργία νέων εργαλείων και μορφών πάλης, γιατί δεν μας φτάνουν μόνο τα παλιά. Αλλά και να σταματήσει την στερέωση σε δυναμικό της μιας ελιτίστικης σκέψης και δράσης, ένα θεωρητικά επεξεργασμένο δυναμικό που ακουμπάει, με ανοιχτόμυαλο πρόσημο, διάφορες σύγχρονες επαναστατικές αντιλήψεις, με χωρίς, όμως, σαφή πολιτικό στίγμα και στόχο. Η ανάγκη της αναβάθμιση πολιτιστικής δημιουργίας έρχεται σ'επαφή και κολλάει με την αναβάθμιση της πολιτικής παρέμβασης, δράσης, των θεωρητικών επεξεργασιών και την δυνατότητα σύλληψης νέων. Και, ταυτόχρονα, με το να γίνονται βήματα μπρος τα εμπρός με τον ειδικό ρόλο που θα πρέπει να παίζει η πρωτοπορία, με σκοπό στην είσοδο στην σοσιαλιστική κοινωνία, που με επαναστατικές ρήξεις θα πάμε προς αυτήν και απομακρυσμένοι από σχέδια αριστερού κυβερνητισμού και αναιμικών "κοινοβουλευτικών περιπάτων".


 Υ/Σ: 1.Η όποια κριτική στο υπάρχον κείμενο, σύντροφοι και μη, που να βασίζεται πάνω σε συντροφική διάθεση και όχι σε κριτική με φαινόμενα κανιβαλισμού, δικών προθέσεων και ανθρωποφαγίας. Θέλω να μου πείτε ότι "Χρήστο (ή σύντροφε) είσαι άδικος", για να γίνομαι καλύτερος στην κριτική μου πάνω στην ανάγκη της διαλεκτικότητας και του πλουραλισμού. 
 2.Ας δούμε δύο όψεις διαφορετικού νομίσματος, μία από το παρόν και η άλλη από το παρελθόν. Η άσχημη όψη αφορά το τραγούδι του Μπαλάφα το ¨άσε να σταθώ στα πόδια μου¨, που σ΄αυτό το τραγούδι συνοψίζονται στοιχεία κυρίαρχης ανδρικής αρρενωπότητας, κακού σε μορφή στίχου και μη πολιτικού νοήματος και αναπαραγωγής άσχημων στοιχείων της κουλτούρας της φοιτητικής αριστεράς. Και από την άλλη το όμορφο παράδειγμα και υπόδειγμα μαθημάτων αυτοδιαχείρισης των εξόριστων της Μακρονήσου, που ο μορφωμένος αγωνιστής μάθαινε στους αγράμματους συντρόφους φυσική, θέατρο κ.άλλες επιστήμες αλλά και άλλες τέχνες. Ταυτόχρονα, οι αγράμματοι τεχνίτες αγωνιστές μάθαιναν στους μορφωμένους την τεχνική της πέτρας, του ξύλου ή/και άλλων εργαλείων χρήσης. Γι' αυτό οι άνθρωποι, που έφευγαν από τις εξορίες και πήγαιναν στο κοινωνικό τους χώρο, είχαν την εκτίμηση των συνανθρώπων τους, διότι έβγαζαν μια σοφία και μια γνώση που είχαν αποκομίσει με προσπάθεια και κόπο.