Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Η τέχνη στον δημόσιο χώρο
Γιώργος Ζογγολόπουλος, Πεντάκυκλο, Ομόνοια 2001*
 Τέχνη στον δημόσιο χώρο: νοείται ένα έργο, μια περφόρμανς και μια εγκατάσταση που ξεφεύγει από τα στενά χωροταξικά όρια ενός μουσείου, μιας αίθουσας τέχνης και μιας ιδιωτικής συλλογής. Κανείς μπορεί να την χαρακτηρίσει και μπορεί να ειπωθεί γι' αυτήν ότι είναι πιο ελεύθερη, σπάει τις κυρίαρχες συμβάσεις καλλιτεχνικής δημιουργίας, συμφιλιώνεται με το περιβάλλον και τον αστικό ιστό, είναι πιο διαδραστική με τον θεατή και βρίσκεται σε διαρκή κίνηση με τα ερεθίσματα, την κίνηση και τις καταστάσεις, στιγμιαίες και μη, που συμβαίνουν στον χώρο όπου εκτυλίσσεται. Εδώ τίθεται ένα ερώτημα, για να μην πιαστεί κανείς στον ύπνο, αν αυτά ισχύουν ή είναι κομμάτι μιας κατάστασης;
  Το ζήτημα δεν είναι τόσο μονοσήμαντο: το μόνο σίγουρο ότι μια καλλιτεχνική δημιουργία και σε όποιο καλλιτεχνικό πεδίο αυτή βρίσκεται και εξυπηρετεί δεν σημαίνει ότι πάντοτε είναι αιρετική και προκλητική, κάνει ένα τυχαίο περίοικο-θεατή, αν υπάρχει στον δημόσιο χώρο, συνειδητοποιήσιμο δέκτη των πολλαπλών μηνυμάτων και αμφισβητεί τις κυρίαρχες συμβάσεις, τις θεσμικές μορφές και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις, που ισχύουν ανά πάσα εποχή, καλλιτεχνικής δημιουργίας και έμπνευσης. Μπορεί να λειτουργεί, πολλές φορές, κατ' επίφαση ανυπότακτα. Ταυτόχρονα, μπορεί να προκαλεί αποδεσμευμένη, όμως, πέρα από κάθε πολιτική αντίληψη ή αναπαράγοντας μια κυρίαρχη πολιτική άποψη, με σκοπό, κυρίως, να "διασκεδάσει" ή/και να προβληματίσει, με συνθήκη συναίνεσης, το κοινό. Πρέπει όταν γίνεται αναφορά στην τέχνη στον δημόσιο χώρο να παρατηρείται, γενικά, τι συμβαίνει στον χώρο της τέχνης, με σκοπό να διαφανεί αυτή η καλλιτεχνική στάση ως αυτόνομο πεδίο αλλά και ως κατάσταση που επηρεάζεται και αλληλοσυμπληρώνεται σε σχέση με τις υπόλοιπες καλλιτεχνικές εξελίξεις σε επίπεδο ρεύματος ιδεών, μορφής και έκφρασης. 
   Ίσως, πολλές φορές, δεν δίνεται η πρέπουσα σημασία σ' ένα έργο τέχνης, σε μια εικαστική παρέμβαση και σε μια θεατρική περφόρμανς που συντελείται σ' ένα δημόσιο χώρο. Αυτές που πολλές φορές άξαφνα συμβαίνουν με την μορφή του γεγονότος (event). Έχουν ως σκοπό να παρέμβουν στον δημόσιο χώρο μ' ένα διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό λόγο και αντίληψη. Αυτές που δεν έχουν πίσω τους και οι καλλιτέχνες τους κανένα δίκτυο στήριξης από καθιερωμένο μέσο κυρίαρχης δημοσιογραφίας και σκέψης αλλά ούτε από θεσμικό και πολιτισμικό φορέα υποστήριξης και χορηγίας. Υπάρχουν αντί-δίκτυα που δημιουργούν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, αλληλέγγυοι και συνεργαζόμενοι, και όπου λαμβάνοντας κοινές πρωτοβουλίες προσπαθούν να αναδείξουν την δουλειά τους. Είναι καλλιτέχνες που έχουν κάνει σημαντικές σπουδές και ασχοληθεί πολυπλεύρως και ερευνητικά με την τέχνη τους ή έχοντας αναπαραστάσεις και ερεθίσματα από αυτό που είδαν και αντίκρισαν ως τέχνη του δρόμου, που δεν το σπούδασαν, όμως το μιμήθηκαν με τον δικό τους τρόπο.
  Η τέχνη στον δημόσιο χώρο έχει και θεσμική εκπροσώπηση, με την ανάληψη ενός δημόσιο φορέα, συλλόγου η σωματείου, Μ.Κ.Ο, ιδιωτικού ιδρύματος και με την σύμπραξη δύο ή και περισσότερων από αυτούς στο αποτέλεσμα μιας δημιουργίας. Τέτοιες μορφές θεσμικής κατοχύρωσης και σημάδι τους στον δημόσιο χώρο μπορεί να αποτελεί η ανέγερση ενός αγάλματος ή μια πινακίδα αφιερωμένη σ' ένα δημόσιο πρόσωπο ή σε μια παρελθούσα ιστορική στιγμή, μια περφόρμανς ενός σημαντικού και γνωστού καλλιτέχνη ή ομάδα καλλιτεχνών κάτω από την αιγίδα ενός ιδρύματος, την αναζωογόνηση ενός δημόσιου χώρου και την ανάληψη ενός δημόσιου έργου μεγάλης κλίμακας (π.χ. πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου). Εκεί έρχεται, κυρίως, για να εκπροσωπήσει κυρίαρχες πολιτικές, ιδεολογικές, επιχειρηματικές και προσωπικές βλέψεις και συμφέροντα. Πέρα από το να καθιερωθεί από δημόσιους φορείς πάνω σε ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα μια αίσθηση τιμής και μνήμης γι' αυτά στον πληθυσμό τροφοδοτώντας, κάποιες φορές, και το συλλογικό φαντασιακό. Υπάρχει και η κατάσταση αυτή όπου η δημόσια παρέμβαση και τέχνη μπορεί να εξυπηρετεί την δημόσια προβολή ενός ιδρύματος και όλης της δουλειάς που κάνει, το κοινωνικό έργο δηλ. που επιτελεί, την φορολογική του ασυλία μέσω της χορηγίας, την οικονομική του διείσδυση μέσα στο κράτος (με την ανάληψη δημόσιων έργων), την καθιέρωση νέων σχέσεων διαπλοκής με τον κρατικό μηχανισμό αλλά και τον προσεταιρισμό και την απόκτηση μεγαλύτερων κομματιών της δημόσιας περιουσίας. Κυρίως, αυτό που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό, με την απόκτηση δημόσιων εκπαιδευτικών και πολιτισμικών αγαθών από ιδιωτικά ιδρύματα και με την ιδρυματοποίηση του πολιτισμού, να καθιερώνεται μια νέα κατάσταση όπου, σε επίπεδο ιδεολογικό και δημόσιου χώρου, ο ιδιώτης θα είναι αυτός που θα μπορεί να εξασφαλίσει τα αγαθά, προβάλλοντας καινοτομία, δημοσιονομικό έλεγχο και πέρα από γραφειοκρατισμούς και κωλυσιεργείες, πολύ καλύτερα από το δημόσιο. Επίσης, προσπαθεί να διαμορφωθεί μια αντίληψη που θα έχει ένας διευρυμένος πληθυσμός για την πόλη, όπου θα αλλάξει και θα γίνει χώρος κατανάλωσης-δουλειάς-καινοτομίας. Με τις ευλογίες του αστικού και αρχιτεκτονικού εξευγενισμού οι πόλεις θα γίνουν χώροι όπου οι ευαίσθητοι κοινωνικά πληθυσμοί θα καταστέλλονται και, επίσης, σε παλιά και ρημαγμένα κτίρια, όπου με την βοήθεια των real estate θα ανακαινίζονται, θα μένουν μικροαστοί, όπου τα μικρομάγαζα και οι βιοτεχνίες θα κλείνουν και θα παίρνουν την θέση τους καφέ, γκαλερί κ.άλλα, όπου θα καθιστούν ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο σε σύγχρονο Σόχο.
  Για την τέχνη στον δημόσιο χώρο έχουν προκληθεί συζητήσεις, έντονες και δυναμικές, μεταξύ καλλιτεχνών, ειδικών και μη, κοινού (που και αυτό αλλάζει -σχετικά με το τι θεωρείται κοινό- μαζί με τα συνηθισμένα όρια της τέχνης, με την δυναμική προβολή και επανεμφάνιση της τέχνης μέσα στον δημόσιο χώρο). Το σίγουρο είναι η τέχνη στον δημόσιο χώρο διακρίνεται σε ακτιβιστική και θεσμική. Η πρώτη μορφή της είναι πιο αυθόρμητη και δυναμική, ανεξάρτητη και εμπνευσμένη. Επιδιώκει την κατάκτηση του δημόσιου χώρου και την επανοικειοποίηση του σ' αυτούς που τον χρειάζονται. Παρεμβαίνει με πολιτικές προεκτάσεις στον δημόσιο χώρο ως πεδίο που έντονα αποκαλύπτεται με συλλογικό τρόπο η συμπεριφορά του πληθυσμού. Βλέπει τον δημόσιο χώρο διαδραστικά και δεν λειτουργεί για να εξυπηρετεί συμφέροντα που έχουν να κάνουν με το gentrification. Από την άλλη, η θεσμική μορφή προσπαθεί να καπελώσει, να αναδείξει και να διαμορφώσει έναν χώρο και μια κατάσταση αναπαριστώντας κυρίαρχες ιδεολογικές αφηγήσεις και νόρμες.Προσπαθεί να καλλιεργήσει και να τροφοδοτήσει το συλλογικό υποσυνείδητο και, πολλές φορές, φαντασιακό με μια κυρίαρχη πολιτική, ιστορική και ιδεολογική άποψη. Επιθυμεί μέσω της παρέμβασης στον δημόσιο χώρο να βγάλει κέρδος άμεσα ή έμμεσα βάζοντας κάποιους άλλους (π.χ. atenistas). 
 Στο σήμερα, στον χώρο της δημόσιας παρέμβασης και τέχνης θα πρέπει να αναδειχθεί η συναινετική συνθήκη και η εμπεδωμένη νομιμοφροσύνη που καλλιεργούν ως στάση ζωής οι θεσμικοί φορείς και να αντιπαρατεθούν μαζί της η γόνιμη δημιουργία, το πηγαίο, η αυθόρμητη πρακτική και η πολιτική διείσδυση των καλλιτεχνών που παρεμβαίνουν δυναμικά και θορυβωδώς στον δημόσιο και αστικό ιστό. 


Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

Η οικογένεια στο νέο ελληνικό σινεμά






 Ένα ζήτημα που απασχόλησε κατά πολύ ειδήμονες και κοινό η θεματολογία γύρω από την ελληνική οικογένεια στο Νέο Ελληνικό σινεμά αλλά και στις άλλες μορφές τέχνης. Αντλούν από αυτήν οι νεότεροι σε ηλικία και γενιές καλλιτέχνες. Η συζήτηση και θεματολογία για το πως αποτυπώνεται η ίδια μέσα στο σινεμά αλλά και στις άλλες τέχνες γίνεται σε μια εποχή μεταίχμιο:από την μία, η ευμάρεια των προηγούμενων χρόνων της κρίσης και, από την άλλη, η σημερινή περίοδος της κρίσης με τις συνέπειες της που έχoυν επέλθει στην ζωή και στο εισόδημα μας. Η ελληνική οικογένεια απασχολούσε πιο πολύ μέσα σε ταινίες τους νεότερους δημιουργούς τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης, παρά την φετινή φουρνιά ελληνικών ταινιών.

 Ας ειπωθούν δύο βασικές διαδεδομένες αρχές ότι, πρώτον, κανένας δεν παραγνωρίζει ότι η οικογένεια μπορεί να γίνει, όπως μπορούν να λειτουργήσουν όλοι οι φορείς κοινωνικοποίησης, ως ένας καταπιεστικός θεσμός με ανεπούλωτες πληγές στην ψυχοσύνθεση των νέων της μελών, που τους επηρεάζει και στην κοινωνική τους προσαρμοστικότητα με το έξω κόσμο. Και δεύτερον ότι η νέα γενιά σκηνοθετών μιλά για την οικογένεια, αυτή που (μπορεί) να έζησε ο καθένας από αυτούς ή όχι, από εμπειρίες που έχει από φίλους και γνωστούς και από άλλα ερεθίσματα, όπως αυτή διαρθρώθηκε στην περίοδο προ κρίσης, στην (μακρινή) πλέον περίοδο της ευμάρειας (χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα).
 Μπαίνουμε σεναριακά, μέσω της κυρίαρχης ελλειπτικής αφήγησης της νέας γενιάς Ελλήνων σκηνοθετών και σ' ένα άτοπο χωροχρόνο χωρίς να κατανομομάζεται, σ΄ ένα σκηνοθετικό οικογενειακό περιβάλλον, καταπιεστικό, δεσμευτικό, μικροαστικό με επτασφράγιστα μυστικά από το παρελθόν (π.χ. Χώρα προέλευσης) ή και από την ξεχωριστή ζωή των μελών τους που μένουν μαζί στον ίδιο χώρο (π.χ. miss violence). Υπάρχουν οικογένειες που, κυρίως, δεν αφήνουν χώρο, ζωή και επαφή των μικρότερων τους μελών με τον έξω κόσμο, όπου αυτά κάνουν την υπέρβασή τους να τον γνωρίσουν, ως στοιχείο απελευθερωτικής τακτικής(π.χ. όπως στον Κυνόδοντα). Βλέπουμε νέα άτομα που θέλουν να ζήσουν, να αποτινάξουν τον ζυγό της οικογενειακής θαλπωρής, υπερπροστασίας και του καλόβολου περιβάλλοντος, δηλ. μιας ζωής με κανονιστικούς όρους, με δοκιμασία το σώμα, την ψυχή και τις αντοχές τους. Παρατηρούμε, ακόμη, νέους που αλλάζει άρδην ο,τι προδιαγεγραμμένο υπήρχε στην ζωή τους μέχρι τότε με την αποκάλυψη μιας οικογενειακής αλήθειας που έρχεται στην αφάνεια, δειλά ή/και με άτεχνο τρόπο (π.χ. Χώρα προέλευσης). Ακόμη, υπάρχει και η περίπτωση νέων ηλικιακά ατόμων που δεσμεύονται σε πολλά με την υπόθεση της οικογένειας και κατανοούν ότι ζουν μια άχαρη, στερεοτυπική και χωρίς νόημα ζωή και ξεσπούν χωρίς να ελέγξουν τις μετέπειτα προσωπικές τους αντιδράσεις (π.χ.at blast).
 Οι πτυχές της "αγίας" οικογένειας και της οικογενειακής ζωής, και όπως αυτήν την προσλαμβάνουν οι νεαροί πρωταγωνιστές, στις ταινίες του νέου Ελληνικού σινεμά δεν αναφέρθηκαν όλες, όμως κάποιες ειπώθηκαν εκτενώς. Το σκηνικό της ιστορίας εκτυλίσσεται σ' ένα μινιμαλιστικό περιβάλλον, με γωνίες λήψης που δείχνουν με τα μεγάλα αλλά και με τα κοντά τους πλάνα μια αποστασιοποίηση της σκηνική δράσης και υπόθεσης, που στις ταινίες του Κούτρα αυτό δεν ισχύει, και με ελλειπτική αφήγηση και από πάνω στην υπόθεση και στην εκτύλιξη της ιστορίας, που δείχνει και την επίδραση αλλά και την πρώιμη δουλειά που έκαναν πολλοί σκηνοθέτες αυτής της γενιάς στον χώρο της διαφήμισης. Με τους νέους ήρωες, που κάποιες φορές, δεν ενέχουν στοιχεία από αυτήν την αντικειμενική πραγματικότητα που ζουν οι πραγματικοί συνομήλικοι τους, χωρίς αυτό να σηματοδοτεί πάντοτε ότι οι ήρωες τους είναι κενοί. Και με πατεράδες που είναι οι αρχηγοί της οικογένειας, καταπιεστικοί, σκιώδεις με γκροτέσκ χαρακτηριστικά -όχι όμως πάντοτε- και μητέρες που συναινούν στις αποφάσεις των συζύγων τους, που η εικόνα αυτή περιγράφεται μένοντας ενάντιοι οι δημιουργοί τους στους κυρίαρχους πατριαρχικούς ρόλους και συμπεριφορές γονιών εντός της παραδοσιακής οικογένειας. Μαζί με άλλους λόγους, που δεν είναι εκ της παρούσης να αναφερθούν, χαρακτηρίζεται το σύγχρονο εγχώριο σινεμά από ξένα μέσα ως greek weird cinema, σε άποψη χαρακτηριστικών και τεχνικής.
 Το μόνο σίγουρο ότι χωρίς διδακτισμό και ηθικοπλαστικές αφηγήσεις στηλιτεύουν με μετριοπάθεια, μέσω υπερβολικών ιστοριών και ηρώων με ακραίες συμπεριφορές, την Ελληνική οικογένεια, όμως μην αναφέροντας τα θετικά χαρακτηριστικά της και αναπαράγοντας και αυτοί, από την δική τους μεριά, στερεότυπα που υπάρχουν γι' αυτήν, και, κατ' επέκταση, την Ελληνική κοινωνία. Όλοι αναγνωρίζουμε τον άσχημο ρόλο που παίζει η ελληνική οικογένεια, πολλές φορές, στην ανάπτυξη και ενηλικίωση των παιδιών της και, σ' ένα κεντρικό πολιτικό επίπεδο, ως πυρήνας του κλίματος ευνοιοκρατίας στην δημόσια διοίκηση και όχι μόνο. Όμως, δεν βλέπεται και παραγνωρίζεται από την νέα γενιά δημιουργών οι κοινωνικό-πολιτικοί και οικονομικοί λόγοι αυτής της κατάστασης και της εξελικτικής πορείας της Ελληνικής οικογένειας μέσα στα χρόνια. Δεν μπορούν να αντιληφθούν κάτι ότι η εγχώρια αστική τάξη και κοινωνία ως ένας από τους λόγους που επέζησαν μέχρι και σήμερα ήταν οι ισχυροί μηχανισμοί ευνοιοκρατίας και οικογενειοκρατίας, διότι η αριστερά δεν έπαιξε και αυτόν τον ρόλο σε επίπεδο κουλτούρας, να σφυρηλατήσει αυτήν την αντίληψη και δεδομένο σ' αυτούς τους νέους ανθρώπους- καλλιτέχνες. Οι ίδιο δεν το κάνουν οικειοθελώς και ούτε παίζουν ρόλο μπαλαντέρ καταγράφοντας τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας για να δοθούν με ιδεολογικό περίβλημα στις κυβερνήσεις και να βρουν πάτημα να δυσχεραίνουν την ζωή μας με λιτότητα και καταστολή. Οι ίδιοι, όμως, πάνω σ' ένα απολιτικό λόγο και σε μια συναινετική συνθήκη και κατάσταση μιλούν γι' αυτά χωρίς να προσπαθούν να διαμορφωθεί ένα κλίμα να σπάσει η υπάρχουσα διαμορφούμενη κατάσταση, αυτή που κρίνουν αρνητικά, και, κεντρικά, το υπάρχον κοινωνικό συμβόλαιο. 
 Προσκολλημένοι στην Ελλάδα της ευμάρειας και της έντονης και διευρυμένης μικροαστικής διαστρωμάτωσης της τότε εποχής μιλούν, κυρίως, για την μικροαστική οικογένεια, σε επίπεδο ταξικής σύνθεσης, και δεν κάνουν αναφορά σε περιπτώσεις οικογενειών, που στο καιρό της κρίσης, δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα και να πληρώσουν τα βασικά, για τους νέους της γενιάς τους μορφωμένοι και μη, που πηγαίνουν και πάλι στο πατρικό τους, επειδή δεν βγαίνουν μ' ένα μισθό-χαρτζιλίκι και, επίσης, για ηλικιωμένους γονείς που συμπληρώνουν το εισόδημα των οικογενειών των παιδιών τους με την κουτσουρεμένη σύνταξή τους. Λόγω αυτών των καταστάσεων πρέπει να αποτελέσει έμπνευση για τους νέους δημιουργούς και να αναδείξουν εκ νέου υλικές, κοινωνικές και ψυχικές αιτίες που κάνουν τους ήρωες τους να αναμετρούνται με αδιέξοδα και όρια εντός του πεδίου της οικογένειας και για το χάσμα των γενεών. Δεν θα πρέπει να παραλειφθεί, όμως, και η λαϊκής καταγωγής και η ταξικά περιθωριοποιημένες οικογένειες των ταινιών του Κούτρα (που αναδεικνύει αριστοτεχνικά ως σημαντικό στην θεματολογία το queer και το ΛΟΑΤ ζήτημα, που είναι άγνωστο κάπως για το εγχώριο σινεμά) και του Οικονομίδη. 
 Πάνω σε μια καλοπροαίρετη  κριτική, σε μια φουρνιά σκηνοθετών που έχoυν πολύ όμορφα στοιχεία στην τεχνική τους αλλά και πολλές ακόμη δυνατότητες, το άρθρο προσπαθεί να αρθρώσει λόγο για την δυνατότητα ενός κινηματογραφικού τοπίου, σε επίπεδο θεματολογίας, έμπνευσης και δημιουργίας, όπου ο ρόλος και οι αναφορές που παίζει η οικογένεια στην ελληνική κοινωνία θα είναι πιο διευρυμένοι στις ταινίες τους και την δυνατότητα ενός σινεμά, ως στόχευση, πιο πολιτικοποιημένου, που δεν θα αναλώνεται όμως σε ξεπερασμένες και παρωχημένες μορφές στρατευμένης τέχνης και αποκρουστικού, άνευρου και στεγνού πολιτικού σινεμά του τότε, που είδαμε να υπάρχει και από μια σειρά παλαιότερων δημιουργών και στην Ελλάδα, στα πρώτα και όχι μόνο χρόνια της μεταπολίτευσης. Μην ξεχνώντας, όμως, και τις κινηματογραφικές δημιουργίες με πολιτικό χροιά και περιεχόμενο που άλλαξαν άρδην την εικόνα που είχε το ελληνικό σινεμά για τον εαυτό του και, γενικότερα, την κινηματογραφική ιστορία, γραφή και τεχνική.


 Υ/Σ: Δεν θα πρέπει να παραλειφθεί ότι ο Λάνθιμος έφυγε από τις Κάννες με τον χρυσό Φοίνικα για την ταινία "The lobster". Η διάκριση αυτή μαζί με άλλες δείχνει ότι υπάρχει ένα σινεμά με αξιώσεις και η κριτική δεν θα πρέπει εντός της χώρας να είναι αμείλικτη για τα ίδια ζητήματα που αναφέρω και εγώ, όπως έχει γίνει απείρως στο παρελθόν. Επίσης, ότι υπάρχει ένα ενδιαφέρον στο εξωτερικό από φεστιβάλ, παραγωγούς και εταιρίες διανομής για την εγχώρια κινηματογραφία και πως αποτυπώνουν οι νέοι auteur την κρίση και τις συνέπειες της στον πληθυσμό και πως φτάσαμε ως χώρα στα πρόθυρα της χρεωκοπίας.

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2015

Νέα αρχή - Άλλα καθήκοντα





 Το μπλοκ δημιουργήθηκε πριν από λίγες ημέρες, με αφορμή ένα εργαστήριο που μαθαίναμε να κάνουμε σ'αυτό ένα μπλογκ. Κατά λάθος πάτησα την δυνατότητα να βρίσκεται στην δημόσια διαδικτυακή σφαίρα και μετά από μέρες αποφάσισα, χωρίς να το έχω διαγράψει μέχρι τότε, να το χρησιμοποιήσω. 

 Θα αρχίσω από τον μικρόκοσμο των μπλόγκ αρχίζοντας από τα συμπεράσματα που έχουν βγει από την στιγμή της εμφάνισης τους. Αρχίζω από ένα όλο για να καταλήξω σε μια μισοφωτισμένη ανάγκη να ξεκινήσω το δικό μου ιστολόγιο, δηλαδή στα μερικά να καταλήξω.
Η συζήτηση που γινόταν, πριν από μερικά χρόνια, που είχαν εμφανιστεί τα μπλόγκ, δημιουργούνταν με ταχύτητα φωτός και ο καθένας μπορούσε να γράψει το μακρύ και το κοντό και, ταυτόχρονα να δημοσιεύσει  το οτιδήποτε συνεχίζεται. Και όχι μόνο αυτό, τα ερωτήματα και η συζήτηση αυτή  απασχολεί ακόμη πάνω σ' αυτά τα γεγονότα ότι: τα γραπτά από μεμονωμένες προσπάθειες μπλόγκερ να έχουν διείσδυση, να δημοσιεύονται γεγονότα σ' αυτά που δεν προλάβαιναν και δεν ενδιαφέρονταν να τα αναφέρουν τα κυρίαρχα ΜΜΕ και, επίσης, να προσφέρουν μια διαφορετική εναλλακτική ενημέρωση, κάποιες φορές, κατ' επίφαση, "εναλλακτική", σε νεότερες γενιές αναγνωστών και σε άτομα που είχαν βαρεθεί τον τρόπο που έβγαινε η είδηση από τα θεσμικούς και παραδοσιακούς φορείς ενημέρωσης. Ταυτόχρονα, είδαμε να αρχίζει μια νέα μορφή δημοσιογραφίας και μια νέα κοινότητα συγγραφέων- αναγνωστών και να πολώνεται η διαφωνία και να μην βγαίνει και τίποτα, από εκπροσώπους των κυρίαρχων ΜΜΕ, μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα και ναυαρχίδες του τύπου που ήθελαν να υποβαθμίσουν την αξία των μπλόγκ. Παρατηρούσαν οι ίδιοι ότι έχαναν την κοινωνική τους διείσδυση, με άμεσο αποτέλεσμα να πέφτουν τα φύλλα των εφημερίδων.
 Όμως το σύστημα θέλει να αφομοιώνει καταστάσεις και τάσεις εκ διαμέτρου διαφορετικές από το ίδιο, όταν γίνονται πάνω στην παρόρμηση της στιγμής και δεν έχουν κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο συνέχισης της υπάρχουσας διαφοροποίησης. Το είδαμε με μεγάλους δημοσιογράφους που δημιουργούσαν τα δικά τους μπλογκ, κυρίαρχα ΜΜΕ να κλείνουν συμφωνίες με ανυπόταχτους συντάκτες και να απολύουν κάποιους από αυτούς, όταν άρχισαν να βαράνε κανόνι, και να αναλύονται έντονα στο φαινόμενο με δημοσιεύσεις και άρθρα γνώμης  θέλοντας τελικά να φανεί ότι έχουν μια υποτυπώδη συμβιβαστική γραμμή στην συνέχεια  μην χάσουν την εξουσία της είδησης, της γνώμης και της ενημέρωσης.
 Όλα αυτά αγαπητέ φίλε αναγνώστη φαίνονται και όχι άδικα κουραστικά, χιλιοδιαβασμένα, κλισέ και τετριμμένα. Αυτά θα πει εύλογα κάποιος ότι έχουν ειπωθεί χιλιάκις φορές και δεν χρειάζεται άλλο. Επίσης, όταν θα διαβάσει αυτό που γράφω μπορεί να με κατηγορήσει κάποιος ότι είμαι ένας ακόμα από το συρμό που λέει, κατηγορεί, γράφει ακατάπαυστα και τίποτα δεν λέει και το χειρότερο δεν προτείνει κάτι. Αυτό που ακούγεται για πολλούς μπλόγκερ και όχι άδικα. Προτείνει, μιλάει, δημοσιεύει μια είδηση και έχει χαθεί η πραγματική μαγεία, ο ενθουσιασμός και η διαφωνία που δημιουργούσε η είδηση και η κριτική από τον καλό και στακάτο λόγο που πολλές φορές γραφόταν από κάποιον επαγγελματία δημοσιογράφο. Όμως δόθηκε η δυνατότητα διαφορετικά υποκείμενα να γράψουν πηγαία και αυθόρμητα,να πουν κάτι διαφορετικό και ακόμη να χρησιμοποιούν την νέα τεχνολογία για να εκφράσουν αυτό που σκέφτονται και γράφουν στα πληκτρολόγια τους. Ακόμη, χρησιμοποιούνται και διαδραστικά μέσα για να γίνει αντιληπτό το μήνυμα, οι σκέψεις και το περιεχόμενο των γραπτών τους.
 Όλα αυτά φαίνονται σαν να έχουνε βγει από έκθεση λυκείου. Ως αλητάκος θα προσπαθήσω να γράψω άποψη για τέχνες, σινεμά και πολιτική. Δεν θα γράψω με το ύφος του εριστικού την τρομερή μου άποψη, το χρησιμεύω για προσωπικούς λόγους. Αυτοί δεν είναι της παρούσης, διότι δεν θα γίνει το μπλόγκ πεδίο ψυχικής υποστήριξης. Και δεν επιδιώκω να γίνω δημοσιογράφος και ούτε το είχα ψώνιο. Το σίγουρο είναι ότι ποτέ δεν έκρυβα κάτω από το μαξιλάρι μου ένα τετράδιο με ιστορίες. Το ξέρω ότι κούρασα και το τελευταίο που έχω να πω είναι ...καλές αναγνώσεις και αδυσώπητη κριτική εκεί που χρειάζεται.

 Υ/Σ: το τραγούδι δεν βοηθάει το υπάρχον κείμενο για να κάνει γνωστούς τους σκοπούς του αλλά το άκουγα σήμερα, όχι την ώρα που έγραφα το κείμενο, κάποια άλλη στιγμή για κάποιους άλλους συγκεκριμένους σκοπούς. Καλή ακρόαση.